Τετάρτη 15 Αυγούστου 2012
Ανοίγω τα χέρια μου
να αγκαλιάσω το χειμώνα στο παγκάκι.
Όπως κάθε που ήμουνα πλάι σου,
άνοιγα το παράθυρο
ν’ αρπάξω την Αγάπη.
Θυμάμαι μόνο
σπασμένα πράγματα:
καρδιές,
μπρελόκ,
κλειδαρότρυπες,
χάδια...
Κοιτώ κυρίως αδιαίρετα πράγματα...
ψυχές,
όνειρα,
υποσχέσεις,
μάτια...
Μέχρι να φτάσω στο σταθμό,
αδιάκοπα με απασχολεί αυτό το ένα πηλίκο:
- ψυχή δια καρδιά,
όνειρα δια μπρελόκ
κλειδαρότρυπα δια μάτια -
Και έτσι είναι που μια ζωή
...χάνω το τρένο.
Ωρα κατω απ το νερο
Άλλοτε δεν υπάρχει ίχνος φωτιάς στο σπίτι,
και άλλοτε βρίσκονται μαζεμένοι
πέντε, δέκα αναπτήρες.
Ο ύπνος σου βαρύς,
σαν το τσιγάρο που μόλις έστριψες,
μα ακόμα δεν κατάλαβα
πως έφυγες το βράδυ.
Βολική όμως να ήξερες
πόσο μου στάθηκε η φυγή σου,
ευκολότερα αφού μάσαγα
στίχους μες την απώλειά σου.
Που γράφτηκαν ημιτελείς,
στην αύρα του κορμιού σου
αν και ακόμα εκκρεμούν
φιλιά,
αγκαλιές,
και το πλατύ Αντίο.
Ενας λογος να αγαπησεις τη νυχτα
που με κάνει να καρφώνω τα μάτια στην αλήθεια
την ξαπλωμένη μες στον απόηχο της σιωπής σου.
Και είσαι εκείνο ακριβώς το είδος της λύπης
που χαμογελά και μυρίζει όπως τα κρίνα,
αφήνοντας την πόλη
να αγαπιέται εν αγνοία της.
Και σαστίζεις...
σαν σου φανερωθεί ι καρδιά της ομορφιάς μου
και πασχίζεις να ζήσεις.
Μα είσαι εκείνο ακριβώς το είδος της απουσίας
που αγγίζει κακομαθημένα σαν κύμα,
και εκείνο ακριβώς το είδος της σκιάς
που φεύγει κρυφά
στις μύτες των ποδιών της...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)